Ο σημαίνων ρόλος της ΕΥΠ, οι αλλαγές της και η διασφάλιση της ακεραιότητάς της
Με την πρόσφατη κύρωση της Π.Ν.Π. από τη Βουλή, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών «θωρακίζεται», ενισχύεται και αναβαθμίζεται για να μπορεί να επιτελέσει το σημαντικό της έργο σύμφωνα με τις αρχές του κράτους δικαίου.
Η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών είναι επιφορτισμένη με την προάσπιση της εθνικής ασφάλειας και της ασφάλειας των πολιτών και ανήκει στον σκληρό πυρήνα του κράτους. Αποτελεί μια σημαντική υπηρεσία, η οποία έχει σκοπό την πρόληψη, την ανάσχεση και την εξουδετέρωση απειλών κατασκοπείας και τρομοκρατίας εναντίον της χώρας μας. Ενισχύει, έτσι, τον κρατικό μηχανισμό στην επιχειρησιακή του ικανότητα για την αντιμετώπιση καινοφανών κινδύνων στο εσωτερικό της χώρας, αλλά και απειλών προερχόμενων από το εξωτερικό. Η ΕΥΠ μέχρι σήμερα έχει συμβάλει καθοριστικά στην αντιμετώπιση παράνομων μεταναστευτικών ροών στο έδαφος της χώρας μας, τρομοκρατικών ενεργειών, απειλών που αφορούν στην εσωτερική ασφάλεια και την κυβερνοασφάλεια, υβριδικών κινδύνων, όπως δασικών πυρκαγιών και εμπρησμών και απειλών από τρίτα κράτη, ενώ διαχρονικά ενισχύει το έργο άλλων ζωτικής σημασίας υπηρεσιών, όπως των σωμάτων ασφαλείας. Οι υπηρεσίες της, συνεπώς, είναι χρήσιμες για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση πτυχών της εσωτερικής μας πολιτικής, αλλά κυρίως της εξωτερικής μας πολιτικής.
Η ενίσχυση της ΕΥΠ επί Νέας Δημοκρατίας έχει ήδη ξεκινήσει με προγενέστερες ρυθμίσεις και συγκεκριμένα με το Προεδρικό Διάταγμα 96/2020, το οποίο προέβλεψε τη θεσμική αναβάθμιση της υπηρεσίας θέτοντάς την υπό τον ίδιο τον Πρωθυπουργό. Το ίδιο μοντέλο, δηλαδή αυτό της εποπτείας της υπηρεσίας πληροφοριών από τον Πρωθυπουργό και τον Πρόεδρο μιας χώρας, ισχύει και για τις υπηρεσίες πληροφοριών πολλών άλλων κρατών και μάλιστα κρατών με ισχυρές και αποτελεσματικές υπηρεσίες πληροφοριών.
Με την πρόσφατα κυρωθείσα Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, η Υπηρεσία αναβαθμίζεται, για άλλη μια φορά, και τίθεται και υπό κοινοβουλευτική εγγύηση. Για το διορισμό του Επικεφαλής της απαιτείται, πλέον, η προηγούμενη ακρόαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Αυτή δε η κοινοβουλευτική διαδικασία της προηγούμενης ακρόασης από μια κοινοβουλευτική επιτροπή πραγματοποιείται και για σειρά άλλων σημαντικών δημοσίου χαρακτήρα υπηρεσιών και εγγυάται διαφάνεια στη διαδικασία και διακομματική αποδοχή του προσώπου.
Επιπλέον, η διαδικασία άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών από την ΕΥΠ αυστηροποιείται. Είναι μια διαδικασία σύννομη που προβλέπεται από το Σύνταγμα, το οποίο εγγυάται στο άρθρο 19 το απόρρητο των επικοινωνιών, αλλά προβλέπει και κατ’ εξαίρεση τη δυνατότητα άρσης του απορρήτου με δικαστική παραγγελία. Ήδη από την πρώτη στιγμή που ενημερώθηκε ο Πρωθυπουργός, κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, για την συνακρόαση επί του κ. Ανδρουλάκη, υποστήριξε την άμεση διαλεύκανση της υποθέσεως, αλλά και ακριβώς αυτή την αυστηροποίηση εκ νέου των διαδικασιών που θα ακολουθεί η ΕΥΠ για το μέλλον και το οποίο επετεύχθη με την Π.Ν.Π.. Επαναφέρεται ξανά το πρότερο αυστηρό νομικό καθεστώς και απαιτείται η σύμφωνη γνώμη δύο δικαστικών λειτουργών για την άρση του απορρήτου των τηλεπικοινωνιών και την καταγραφή της δραστηριότητας προσώπων. Η απαίτηση αυτή προϋπήρχε, αλλά είχε αφαιρεθεί επί Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, καθώς με το αρ. 25 παρ. 3 του ν. 4531/2018 μείωσε την υποχρέωση πρότερης έγκρισης σε έναν εισαγγελέα. Κάτι που οδήγησε στη μείωση των νομικών εχέγγυων του απορρήτου των τηλεπικοινωνιών. Με την Π.Ν.Π. που έφερε προς ψήφιση η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ενισχύεται και πάλι η διαφάνεια στη διαδικασία άρσης του απορρήτου και εμπεδώνεται το αίσθημα ασφάλειας του πολίτη.
Με αυτήν την δικλείδα ασφαλείας των δύο δικαστικών λειτουργών, προκειμένου να εγκριθεί η άρση του απορρήτου των επικοινωνιών, και με την γνωμοδότηση της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής για τον διορισμό του διοικητή της ΕΥΠ, η Βουλή θωρακίζει την υπηρεσιακή δράση της ΕΥΠ και διασφαλίζει ακόμα περισσότερο την τήρηση της ορθής ισορροπίας, όπως επιβάλλει το Σύνταγμα μεταξύ αφενός της προστασίας του εθνικού συμφέροντος και αφετέρου των ατομικών δικαιωμάτων πολιτών.